Ενότητα 4: Νεκροταφεία
Η τέταρτη θεματική ενότητα της έκθεσης, όπου εκτίθενται ευρήματα των νεκροταφείων της Πέλλας, είναι η μόνη αποκλεισμένη από τις υπόλοιπες, λόγω του ιδιαίτερου χαρακτήρα των ταφικών κτερισμάτων.
Εδώ εκτίθενται κάποια από τα παλιότερα ευρήματα των ανασκαφών, προερχόμενα από τα νεκροταφεία των οικιστικών εγκαταστάσεων που προϋπήρχαν της μακεδονικής πρωτεύουσας στην ίδια θέση : ένας ενταφιασμός σε πήλινο πίθο της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (2440-2140 π.Χ), αγγεία-κτερίσματα τάφων της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου (9ος-7ος αι. π.Χ.) και ένας ενταφιασμός του τέλους του 5ου αι. π.Χ. σε αναπαράσταση κιβωτιόσχημου τάφου με τα κτερίσματά του.
Τα υπόλοιπα εκτεθειμένα ευρήματα προέρχονται από το νεκροταφείο της κλασικής πόλης που αποκαλύφθηκε στην περιοχής της Αγοράς (τέλος 5ου αι. π.Χ.-γ΄ τέταρτο 4ου αι. π.Χ.) και το ανατολικό νεκροταφείο του 4ου αι. π.Χ. και των ελληνιστικών χρόνων. Τα κτερίσματα των τάφων ήταν συνήθως αντικείμενα που χρησιμοποιούνταν στις ταφικές τελετές, π.χ. αγγεία για αρωματικά έλαια (ληκύθια, μυροδοχεία), αλλά και προσωπικά αντικείμενα του νεκρού που τον συνόδευαν στον τάφο. Μερικά κτερίσματα σχετίζονταν με την εναπόθεση τροφών και ποτών, π.χ. τα σκυφίδια, ενώ άλλα έχουν καθαρά συμβολικό χαρακτήρα, όπως τα ειδώλια και τα νομίσματα, το ναύλο για το ταξίδι του νεκρού στον Κάτω Κόσμο. Η συνήθεια της τοποθέτησης στους τάφους προσωπικών αντικειμένων των νεκρών σχετίζεται με την πίστη για την ύπαρξη ζωής μετά το θάνατο, στην οποία ο νεκρός έχει τις ίδιες ανάγκες που είχε και στην επίγεια ζωή. Τα ταφικά έθιμα της Πέλλας είναι σε γενικές γραμμές όμοια με αυτά του υπόλοιπου ελληνικού χώρου, στοιχείο που βεβαιώνει κοινή καταγωγή και παράλληλη πολιτισμική εξέλιξη των κατοίκων.
Σημαντικά ευρήματα του νεκροταφείου της κλασικής πόλης είναι η ερυθρόμορφη υδρία (εκτίθεται ελεύθερα), του τέλους του 5ου αι. π.Χ., που είχε χρησιμοποιηθεί για την εναπόθεση των υπολοίπων μιας καύσης. Είναι εισαγμένη από την Αττική και εντάσσεται στον κύκλο του ζωγράφου του Προνόμου. Στην κύρια όψη παριστάνεται ο αγώνας της Αθηνάς και του Ποσειδώνα για το όνομα της Αθήνας. Από το ίδιο νεκροταφείο προέρχεται η μαρμάρινη επιτύμβια στήλη του Ξάνθου, που εκτίθεται ελεύθερα, ένα από τα πρωιμότερα μέχρι σήμερα γλυπτά της Πέλλας, του τέλους του 5ου αι. π.Χ., με έντονα στοιχεία επιρροής από την ιωνική τέχνη. Κάτω από την παράσταση του νέου που συνοδεύεται από το σκύλο του, υπάρχει η επιγραφή: ΞΑΝΘΟΣ/ΔΗΜΗΤΡΙΟ/Υ ΚΑΙ ΑΜΑ/ΔΙΚΑΣ ΥΙΟΣ, που είναι μια από τις αρχαιότερες επιγραφικές μαρτυρίες της Πέλλας, με χαρακτηριστική τη χρήση της δωρικής διαλέκτου. Από το ίδιο, τέλος, νεκροταφείο προέρχεται ένα μολύβδινο ενεπίγραφο έλασμα (κατάδεσμος) με εκτενές μαγικό κείμενο του πρώτου μισού του 4ου αι. π.Χ., που αποτελεί σημαντικό δείγμα της δωρικής διαλέκτου της ΒΔ Ελλάδας που μιλούσαν οι κάτοικοι της Πέλλας. Στο κείμενο αυτό μια άγνωστη γυναίκα, η Φίλα(;) παρακαλεί τους δαίμονες του Κάτω Κόσμου να αποτρέψουν το γάμο του Διονυσοφώντα με τη Θετίμα και με κάθε άλλη γυναίκα, εκτός από την ίδια.
Τα ερυθρόμορφα αγγεία του ανατολικού νεκροταφείου της Πέλλας, αλλά και ένας πολύ μεγάλος αριθμός μελαμβαφών, είναι χαρακτηριστικά της διαδομένης εισαγωγής κεραμικών προϊόντων τον 4ο αι. π.Χ. στη μακεδονική πρωτεύουσα, κυρίως από την Αττική. Την έντονη επίδραση της αττικής τέχνης στην τοπική γλυπτική παραγωγή παρουσιάζει μια ανάγλυφη επιτύμβια στήλη των αρχών του 4ου αι. π.Χ. με τη νεκρή καθιστή και μπροστά της όρθια γυναικεία μορφή που κρατά βρέφος.
Από τα πλέον συνηθισμένα κτερίσματα των τάφων είναι τα γυναικεία ειδώλια, που ταυτίζονται με γυναίκες της πόλης, που αφιερώνουν στις χθόνιες θεότητες τις προσφορές τους προκειμένου να εξασφαλίσουν την εύνοιά τους για τους νεκρούς συγγενείς τους. Από τα γυναικεία ειδώλια αντλούνται πλήθος στοιχείων για την εμφάνιση των γυναικών της Πέλλας, την κόμμωση, τα ρούχα, τα κοσμήματά τους. Στους τάφους του ανατολικού νεκροταφείου βρέθηκε και ένας πολύ μεγάλος αριθμός γυναικείων προτομών, πολλές από τις οποίες διατηρούν τη θαυμάσια ζωγραφική διακόσμησή τους. Οι προτομές αυές, αναρτημένες στα τοιχώματα των τάφων με σιδερένια καρφιά, συμβολίζουν χθόνιες θεότητες που προστάτευαν τους νεκρούς, την Περσεφόνη ή την Αφροδίτη. Η αναγραφή του ονόματος της Περσεφόνης σε επιγραφή χρυσού φύλλου, στην οποία αναφέρεται ο νεκρός Ποσείδιππος ως μύστης ευσεβής, βεβαιώνει τη σύνδεση της θεάς με μυστήρια του ορφικού-διονυσιακού κύκλου που τελούνταν στην Πέλλα και απέβλεπαν στη μεταθανάτια ευδαιμονία. Με την χθόνια Αφροδίτη συνδέονται τα πάμπολλα ειδώλια των ελληνιστικών θαλαμωτών τάφων, που απεικονίζουν τη θεά. Συνηθισμένο ταφικό έθιμο του β΄ μισού του 4ου αι. π.Χ. ήταν η τοποθέτηση στους τάφους χρυσών φύλλων με τα ονόματα των νεκρών. Σε δυο από αυτά αναγράφεται το όνομα των νεκρών γυναικών, ΦΙΛΟΞΕΝΑ, ΗΓΗΣΙΣΚΑ, με τη χαρακτηριστική κατάληξη, –α της δωρικής διαλέκτου (αντί της κατάληξης –η, της αττικής διαλέκτου).
Αξιοσημείωτη είναι και η ποικιλία των χρυσών κοσμημάτων των νεκρών γυναικών στις ταφές που διέφυγαν τη σύληση, χωρίς να λείπουν και οι πήλινες επιχρυσωμένες απομιμήσεις τους. Τις νεκρές γυναίκες συνόδευαν στον τάφο και σκεύη του καλλωπισμού, χάλκινοι καθρέφτες, πυξίδες μολύβδινες που θα περιείχαν καλλυντικά, αλαβάστρινα αγγεία με αρώματα, ξύλινα κιβωτίδια διακοσμημένα με οστέινα, γυάλινα, χάλκινα και πήλινα στοιχεία. Σε λίγους σχετικά τάφους βρέθηκαν απλά χρυσά στεφάνια, ενώ σε περισσότερους υπήρχαν απομιμήσεις των χρυσών με επιχρυσωμένα χάλκινα και πήλινα στοιχεία.
Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα είναι τα διακοσμητικά στοιχεία των ξύλινων νεκρικών κλινών, που διασώθηκαν και επιτρέπουν την αποκατάστασή τους. Στις μακριές πλευρές έφεραν διακόσμηση με πήλινα επιχρυσωμένα πλακίδια (γρύπες επιτίθενται σε ελάφι, αμαζόνες και γρύπες) και στα πόδια γυάλινα στοιχεία ( οφθαλμούς, ανθέμια και πλακίδια με επίθετα φύλλα χρυσού που φέρουν ανάγλυφες σφυρήλατες μορφές). Σε μια περίπτωση τα πόδια της ξύλινης κλίνης έφεραν επένδυση από φαγεντιανή.
Τα εκτεθειμένα ευρήματα του τελευταίου τμήματος αυτής της ενότητας προέρχονται από τάφους των ελληνιστικών χρόνων, υπόγειους λαξευτούς θαλαμωτούς τάφους ή κτιστούς (μακεδονικούς). Η μεγάλη ποσότητα τόσο των αγγείων όσο και των ειδωλίων στους τάφους αυτούς οφείλεται στη μακροχρόνια χρήση τους, καθώς τα μνημεία ήταν οικογενειακά, αλλά αποδεικνύει και την μεγάλη παραγωγή κεραμικής και κοροπλαστικής στη μακεδονική πρωτεύουσα σ’ όλη την ελληνιστική εποχή.
- Κείμενο: Μ. Λιλιμπάκη-Ακαμάτη - Ι.Μ. Ακαμάτης